Αρχείο

Posts Tagged ‘αντιλαϊκισμός’

Ιστορική-κοινωνική θεωρία και δημόσιος λόγος στην Ελλάδα (Διάλεξη στη Νομική Βιβλιοθήκη, 12/02/2016)

27 Νοεμβρίου, 2016 4 Σχόλια

Την Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016 πραγματοποιήθηκε διάλεξη του γράφοντος στην Νομική Βιβλιοθήκη με θέμα «Ιστορική-κοινωνική θεωρία και δημόσιος λόγος στην Ελλάδα». Η διάλεξη έλαβε χώρα στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού βραχίονα της Νομικής Βιβλιοθήκης, στο μάθημα Γενικής Παιδείας του τμήματος προετοιμασίας για τις εξετάσεις στην Εθνική Σχολή Δικαστών. Θα ήθελα από την θέση αυτή να ευχαριστήσω τον διδάσκοντα του μαθήματος Γενικής Παιδείας, Δρ. Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και εκλεκτό φίλο Κώστα Τσίνα για την πρόσκληση. Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω όσους παρευρέθησαν στην διάλεξη για το εξαιρετικό ενδιαφέρον τους για τα θέματα που αναπτύχθηκαν και για την γόνιμη και ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε.

Σκοπός της διάλεξης ήταν να διερευνήσει την ποιότητα του δημοσίου λόγου στην Ελλάδα, ιδίως κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, υπό το πρίσμα ορισμένων πολύ βασικών πτυχών ιστορικής και κοινωνικής θεωρίας. Μεταξύ των θεμάτων της διάλεξης ανήκουν και πολλά σημεία που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο άρθρων του παρόντος ιστολογίου. Αυτό που κυρίως τονίστηκε είναι ο ιδιαίτερα προβληματικός χαρακτήρας της διαρκούς και ταυτόχρονα αμιγώς εμπειροτεχνικής δημόσιας ενασχόλησης με την κοινωνία. Της ενασχόλησης, δηλαδή, εκείνης, η οποία, σε μια εποχή προϊούσας εξειδίκευσης των γνώσης, συνήθως στερείται ακόμη και του πιο βασικού, εγκυκλοπαιδικού γνωστικού υποβάθρου όσον αφορά την επιστημονική μελέτη των κοινωνιών. Σαν αποτέλεσμα, η συχνά ακραία οξύτητα των χαρακτηρισμών και των αξιολογικών κρίσεων που διακρίνει τον δημόσιο λόγο στην Ελλάδα βασίζεται ενίοτε σε ιστορικές και θεωρητικές αντιλήψεις προηγούμενων αιώνων, π.χ. σε απλουστευτικές εκδοχές εξελικτισμού και θετικισμού. Κατά συνέπεια, εμφανίζεται ως επιτακτική ανάγκη η πιο στενή αναστροφή των εκφραστών του δημοσίου λόγου με την ευρύτερη κοινωνική θεωρία. Με δεδομένη, τέλος, την παραδοσιακά στενή σύνδεση μεταξύ νομικής και πολιτικής, η μεγαλύτερη προσέγγιση των δύο αυτών χώρων με την επιστημονική μελέτη της κοινωνίας θα μπορούσε να αποφέρει στο μέλλον ιδιαίτερα σημαντικούς καρπούς προς όφελος όλων. Ακολουθεί το βίντεο της διάλεξης, την οποία μπορεί κανείς να παρακολουθήσει σε συνδυασμό με τις διαφάνειες.

Μεθοδολογικά της κρίσης

9 Οκτωβρίου, 2011 2 Σχόλια

Η ουσιαστική χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας, ως ένα επιμέρους επεισόδιο της διεθνούς οικονομικής κρίσης και αυτής της ευρωζώνης, αποτελεί ένα ιδιαίτερα πολύπλευρο και σύν­θετο πρόβλημα. Ως εκ τούτου, θα ανέμενε κανείς ότι αυτοί που θα ήταν εξαρχής σε θέση να αντιλη­φθούν την φύση του προβλήματος θα ήταν οι λεγόμενοι «ειδικοί»: οι ειδήμονες επί των οικονομι­κών, οι καλοί γνώστες των πολιτικών διεργασιών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ορι­σμένοι έμπειροι πολιτικοί και αναλυτές, κ.ο.κ. Κι όμως, φαίνεται ότι από την πρώτη στιγμή ήταν μάλλον ο απλός κόσμος – Αγανακτισμένος η μη – αυτός που κατάφερε να αφουγκραστεί τις πιο κρίσι­μες παραμέτρους της κατάστασης. Περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά και μακριά από επιστημο­νικές ή μη εξειδικεύσεις που οδηγούν συχνά στο να χάνεται η εποπτεία της ευρύτερης εικόνας, πολλοί απλοί πολίτες συνέλαβαν σωστά εκείνα τα στοιχεία της που θα μπορούσαν να ονομα­στούν μεθοδολογικά της κρίσης. Αυτά είναι κατά βάσιν τα εξής:

Δύσκολοι καιροί για ειδικούς...

1) Η έννοια της συνάφειας, του πλαισίου ή του context. Επί δεκαετίες σοβούν στην Ελλάδα βα­ριές πολιτικές και οικονομικές παθογένειες που κάθε σοβαρός πολίτης θα ήθελε να έχουν εξα­λειφθεί. Σε πλαίσιο, όμως, δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας και όχι υπό οποιεσδήποτε συν­θήκες. Όχι περιερχόμενοι σε καθεστώς αναγκαστικής διαχείρισης από τους δανειστές, υπογράφοντας δανειακές συμβάσεις υποτέλειας, κυβερνώντας με εξωκοινοβουλευτι­κές «επικαιροποιήσεις» μνημονίων ή εκποιώντας τα πάντα σε τιμές ξεπουλήματος. Αν δεν μας ενδιαφέρει η συνάφεια, αν είμαστε διατεθειμένοι να δεχθούμε το λά­θος πλαίσιο για να ληφθούν κάποια σωστά μέτρα, τότε θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε και σε καθεστώς χούντας. Άλλω­στε, πολλοί διατείνονται ότι οι εκλογές αποτελούν δοκιμασία για την οικονομία (οπότε ας μην τις κάνουμε ούτε το 2013), ενώ σύμφωνα με κάποιους άλλους κύκλους ο Μακαρέζος υπήρξε…άριστος διαχειριστής των οικονομικών.

2) Η διάκριση αιτίας και αφορμής. Ο καλύτερος τρόπος να πει κανείς ένα ψέμα είναι να το ανα­μείξει με αλήθειες. Είναι η Ελλάδα ένα άκρως προβληματικό κράτος; Σαφώς. Υπάρχουν στην Ελλάδα χρόνιες δυσλειτουργίες, στρεβλώσεις, ιδεολογικές αγκυλώσεις και γενικώς απαράδεκτες καταστάσεις; Προφανώς. Είναι αυτές η αιτία για τα μνημόνια και τις τρόικες; Εν μέρει μόνον. Το γεγονός ότι στην δίνη της κρίσης βρίσκονται και άλλα κράτη με εν πολλοίς καλύτερο κράτος από την Ελλάδα (Πορτογαλία, Ιρλανδία, ακόμη και Ιταλία) αποδεικνύει αυτομάτως ότι η πραγματική αιτία της συγκεκριμένης κρίσης βρίσκεται (και) εκτός Ελλάδος. Και οι διάφορες εξυ­πναδίστικες «επε­ξηγήσεις» του ελληνικού προβλήματος, όπως π.χ. αυτή εδώ, χάνουν σε αξία ακριβώς επειδή…ισχύουν ως έναν βαθμό και για τις άλλες αυτές χώρες, τόσο συγχρονικά όσο και διαχρονικά. Τα όποια προβλήματα των χωρών αυτών δεν είναι τόσο η αιτία της τρέχουσας κρίσης τους όσο η αφορμή για το μονοψήφιο εκείνο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που προσπαθεί να εξαναγκάσει τους πολίτες να πληρώσουν τα σπα­σμένα του δικού του «θριάμβου της απληστίας» (κατά Γ. Στίγκλιτς). Ο Έλληνας φορο­φυγάς ή κηφήνας της εξουσίας, όμως, οφείλει να λογοδοτήσει για αυτές τις συγκεκριμένες αμαρ­τίες του, και όχι για τις αντίστοιχες της κάθε Lehman Brothers.

3) Η «ενδογενής» διάκριση ανάμεσα στις πιο μακροϊστορικές παθογένειες του ελληνικού κρά­τους και την παρούσα κρίση. Το ότι πρόκειται για δύο καταστάσεις που σαφώς συνδέονται, αλλά προφανώς δεν ταυ­τίζονται δεν αποδεικνύεται, δη­λαδή, μόνον από την εμπλοκή στην κρίση και άλλων κρατών, αλλά και από το γεγονός ότι το ίδιο το ελληνικό κράτος έχει χρεοκοπήσει και ανανήψει ήδη τέσ­σερις φορές, αν και οι παθογένειές του έμειναν μάλλον ανέπαφες. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι μια κρίση, όπως η παρούσα, δεν θα πρέπει να γίνεται ευκαιρία προκει­μένου να διορθωθούν, έστω και υπό καθεστώς πίεσης, κά­ποια από τα κακώς κείμενα. Το να θέλει, όμως, κανείς να εξαφανίσει βαθιές και διαχρονικές παθογένειες – η πραγματική φύση των οποίων είναι ούτως ή άλλως εντελώς αμφίβολο αν γίνε­ται κατανοητή – σε ελάχιστο χρόνο είναι ένα απονενοημένο διάβημα που προϋποθέτει την θυσία μιας ολόκληρης γενιάς. Και η γενιά αυτή δεν πρόκειται, φυσικά, να κάτσει έτσι απλά να θυσια­στεί, ιδίως όταν το κεφάλι του ψαριού που βρωμάει ατενίζει ακόμα την Ακρόπολη από τα διάφορα νεοκλασικά του.

4) Η διάκριση ανάμεσα σε πολιτικό και δικαστή. Οι πολιτικοί – και ιδιαιτέρως όσοι έχουν οι ίδιοι εγκληματήσει κατά συρροήν κατά της χώρας – δεν βρίσκονται στην συγκεκριμένη θέση για να τιμωρήσουν τους πολίτες για τις αμαρτίες ή τις νοοτροπίες τους. Βρίσκονται εκεί για να μετριά­σουν τις συνέπειες της κρίσης για την κοινωνία και όχι να τις εκτραχύνουν για λογαριασμό του δανειστή-τιμωρού ή του ηθικίζοντος ευρωπαϊστή διανοουμένου.

5) Η παγίδα της μονομερούς καταστροφολογίας. Οι εκβιασμοί των δανειστών, όπως αυτοί αναπαράγονται στην Ελλάδα από την κυβέρνηση και τα φερέφωνά της, έχουν ως άξονα την…βιβλική κατα­στροφή που θα επέλθει στην Ελλάδα, εάν αποχωρήσει από την νομισματική ένωση. Εκτός του ότι στο σενάριο αυτό προϋποτίθεται αυθαίρετα ότι η Ελλάδα θα είναι εκτός ευρώ και όλοι οι άλ­λοι εντός (κάτι αμφίβολο δεδομένου του κινδύνου γενικής κατάρρευσης της ευρωζώνης, εάν εξέλθει η Ελλάδα), λίγους μόνον απασχολεί πρακτικά κατά πόσο η μνημονιόπληκτη και ευρώπληκτη Ελλάδα του 2030 θα είναι ιδιαίτερα καλύτερη από αυτήν της δραχμής του 1930. Σίγουρα, πάντως, θα είναι καλύ­τερα οι δανειστές της…

6) Η συνολική εποπτεία που απαιτεί ένα σύνθετο πρόβλημα, στο πλαίσιο του οποίου μικρότερες πτυχές του είναι ενσωματωμένες σε μεγαλύτερες. Ένα παράδειγμα εδώ είναι η συνήθως υπεράνω κριτικής προσήλωση στην γενικότερη ιδέα του ευρώ. Με το να μην θέτουμε σε επαρκή, απροκατάληπτη και ακομπλεξάριστη κρίση το ίδιο το εγχείρημα του ευρώ (υπό ευρωπαϊκό και όχι στενά ελληνικό πρίσμα) κινδυνεύουμε να εναποθέσουμε τις ελπίδες άρσης των ελληνικών στρεβλώσεων στην ενσωμάτωσή τους σε μια…ευρύτερη στρέβλωση.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πολλές από τις ανωτέρω διαπιστώσεις έχουν εκφραστεί από ένα μεγάλο τμήμα των πολιτών, το οποίο συνήθως λοιδορείται, συκοφαντείται ή απαξιώνεται ποικι­λο­τρόπως από αρκετούς πεφωτισμένους ειδικούς, πολιτικούς, δημοσιογράφους, αναλυτές, κλπ. Εντούτοις, όπως ίσως αναδεικνύεται από τις παρατηρήσεις που προηγήθηκαν, φαίνεται ότι είναι μάλλον οι τελευταίοι, αυτοί που ως τώρα έχασαν την ει­κόνα ολόκληρου του δάσους έχο­ντας εστιάσει ο καθένας σε διαφορετικό δέντρο. Είναι μάλλον η μικρή «επίπτωση» που έμελλε να υποστούν και αυτοί σε καιρούς κρίσης…